Ήταν πρωϊ κι ήταν νοέμβρης
πήξιμο φροντηστήρια τελευταία ευθεία
πουθενά να κρυφτείς το σκάσαμε
κοπάνα στην Επανωμή
φυσούσε οι γλάροι πετούσαν
καθόμασταν κοιταζόμασταν καπνίζαμε
κανείς δε μίλησε
όλοι καμωθήκαμε τους αδιάφορους
αφήνοντας τον αέρα να μονολογάει
όταν φύγαμε ξέραμε
τι είχαμε αφήσει πίσω
0 Σχόλια to “Φθινόπωρο (ΙΙ)”